Γιώργος Μαρκεζίνης
Τι να προσέξετε στη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών στην Εφορία.
Όλοι οι φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμες οφειλές από τα μέσα Νοεμβρίου, όταν σχεδιάζεται να ανοίξει η ηλεκτρονική εφαρμογή για την υποβολή αιτήσεων υπαγωγής στη ρύθμιση, θα μπορούν με απλές διαδικασίες να βάλουν τις οφειλές τους σε πολλές δόσεις.
Ωστόσο, χρειάζεται προσοχή στην επιλογή των δόσεων, καθώς αυτές δεν θα είναι άτοκες.
Όλη η ρύθμιση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές Η ρύθμιση δίνει πολλές εναλλακτικές. Από εφάπαξ εξόφληση της οφειλής με πλήρη διαγραφή των προσαυξήσεων έως 72 δόσεις με μείωση προσαυξήσεων κατά 30% ή 100 δόσεις με μείωση προσαυξήσεων 20%. Όπως αναφέρουν Τα Νέα του Σαββατοκύριακου, ενδιαμέσως υπάρχουν επιλογές 24 μηνιαίων δόσεων με διαγραφή προσαυξήσεων 80%, 36 δόσεων με διαγραφή 70%, 48 δόσεων με 60% μείωση προσαυξήσεων ή 60 δόσεων με σβήσιμο των μισών προσαυξήσεων (50%).
Τι συμφέρει: Ιδού ένα παράδειγμα.
Φορολογούμενος χρωστά 10.000 ευρώ, από τα οποία τα 7.000 αποτελούν την αρχική οφειλή και τα υπόλοιπα 3.000 προσαυξήσεις. Αν επιλέξει τις 100 δόσεις, σβήνει το 20% των προσαυξήσεων, επομένως τα 10.000 ευρώ περιορίζονται σε 9.400 και η μηνιαία δόση θεωρητικά είναι 94 ευρώ. Σε αυτά όμως θα πρέπει να προστεθεί και η ετήσια προσαύξηση 4,56%. Κάπως έτσι η μηναία δόση αυξάνεται στα 113,17 ευρώ και ύστερα από οκτώ χρόνια και τρεις μήνες για τα 9.400 ευρώ θα έχει πληρώσει 11.317.
Το θα συμβεί αν ο ίδιος φορολογούμενος, αντί για 100 δόσεις, επιλέξει 48. Στα 3.000 ευρώ των προσαυξήσεων η μείωση είναι 60% (1.800 ευρώ), επομένως τα 10.000 της συνολικής οφειλής περιορίζονται σε 8.200. Για τέσσερα χρόνια, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα πρέπει να πληρώνει 187,21 ευρώ τον μήνα. Στο τέλος για τα 8.200 ευρώ θα έχει πληρώσει 8.986. Συμπερασματικά, αν κάποιος φορολογούμενος για συνολική οφειλή 10.000 ευρώ (τα 3.000 είναι προσαυξήσεις) επιλέξει τις 100 δόσεις, θα πληρώσει στο τέλος 11.317, ενώ αν επιλέξει τις 48 θα εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του με 8.986 ευρώ.
Οι λιγότερες δόσεις συμφέρουν περισσότερο, αρκεί να υπάρχει η δυνατότητα εξυπηρέτησης της μηνιαίας -υψηλότερης- δόσης. Εκτός από τις δόσεις, τις προσαυξήσεις και το επιτόκιο, όσοι επιλέξουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους θα πρέπει να έχουν επίσης υπόψη ότι μία από τις βασικές προϋποθέσεις για να διατηρήσουν τη ρύθμιση είναι να τελούν φορολογικά ενήμεροι στη διάρκειά της.
Επίσης, ακόμα και εντός ρύθμισης, οι συμψηφισμοί με επιστροφές φόρων θα συνεχιστούν. Οι συμψηφισμοί θα γίνονται αυτόματα αλλά στο τμήμα που αφορά το 1/7 του ποσού της ρυθμισμένης οφειλής που απομένει για εξόφληση. Αν δεν καταβληθεί μία δόση στην ώρα της, ο φορολογούμενος χάνει τη ρύθμιση και είναι αυτόματα εκτεθειμένος σε κατασχέσεις περιουσιακών του στοιχείων. Το πιο σημαντικό είναι να μη χαθεί κάποια από τις πρώτες έξι δόσεις.
Μετά το εξάμηνο, ο φορολογούμενος δεν χάνει τη ρύθμιση αν δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο δόσεις ανά έτος ή δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση ανά έτος για διάστημα έως δύο μήνες. Σε αυτές τις περιπτώσεις τρέχει έξτρα μηνιαία προσαύξηση 2%.
Πάντως, αν κάποιος φορολογούμενος χάσει τη ρύθμιση για λόγους ανωτέρας βίας, μπορεί να εξηγήσει τους λόγους αυτούς στον προϊστάμενο της Εφορίας του και να ξαναμπεί -μόνο για μία φορά- στη ρύθμιση σε διάστημα δύο μηνών.
Τι να προσέξετε στη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών στην Εφορία.
Όλοι οι φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμες οφειλές από τα μέσα Νοεμβρίου, όταν σχεδιάζεται να ανοίξει η ηλεκτρονική εφαρμογή για την υποβολή αιτήσεων υπαγωγής στη ρύθμιση, θα μπορούν με απλές διαδικασίες να βάλουν τις οφειλές τους σε πολλές δόσεις.
Ωστόσο, χρειάζεται προσοχή στην επιλογή των δόσεων, καθώς αυτές δεν θα είναι άτοκες.
Όλη η ρύθμιση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές Η ρύθμιση δίνει πολλές εναλλακτικές. Από εφάπαξ εξόφληση της οφειλής με πλήρη διαγραφή των προσαυξήσεων έως 72 δόσεις με μείωση προσαυξήσεων κατά 30% ή 100 δόσεις με μείωση προσαυξήσεων 20%. Όπως αναφέρουν Τα Νέα του Σαββατοκύριακου, ενδιαμέσως υπάρχουν επιλογές 24 μηνιαίων δόσεων με διαγραφή προσαυξήσεων 80%, 36 δόσεων με διαγραφή 70%, 48 δόσεων με 60% μείωση προσαυξήσεων ή 60 δόσεων με σβήσιμο των μισών προσαυξήσεων (50%).
Τι συμφέρει: Ιδού ένα παράδειγμα.
Φορολογούμενος χρωστά 10.000 ευρώ, από τα οποία τα 7.000 αποτελούν την αρχική οφειλή και τα υπόλοιπα 3.000 προσαυξήσεις. Αν επιλέξει τις 100 δόσεις, σβήνει το 20% των προσαυξήσεων, επομένως τα 10.000 ευρώ περιορίζονται σε 9.400 και η μηνιαία δόση θεωρητικά είναι 94 ευρώ. Σε αυτά όμως θα πρέπει να προστεθεί και η ετήσια προσαύξηση 4,56%. Κάπως έτσι η μηναία δόση αυξάνεται στα 113,17 ευρώ και ύστερα από οκτώ χρόνια και τρεις μήνες για τα 9.400 ευρώ θα έχει πληρώσει 11.317.
Το θα συμβεί αν ο ίδιος φορολογούμενος, αντί για 100 δόσεις, επιλέξει 48. Στα 3.000 ευρώ των προσαυξήσεων η μείωση είναι 60% (1.800 ευρώ), επομένως τα 10.000 της συνολικής οφειλής περιορίζονται σε 8.200. Για τέσσερα χρόνια, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα πρέπει να πληρώνει 187,21 ευρώ τον μήνα. Στο τέλος για τα 8.200 ευρώ θα έχει πληρώσει 8.986. Συμπερασματικά, αν κάποιος φορολογούμενος για συνολική οφειλή 10.000 ευρώ (τα 3.000 είναι προσαυξήσεις) επιλέξει τις 100 δόσεις, θα πληρώσει στο τέλος 11.317, ενώ αν επιλέξει τις 48 θα εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του με 8.986 ευρώ.
Οι λιγότερες δόσεις συμφέρουν περισσότερο, αρκεί να υπάρχει η δυνατότητα εξυπηρέτησης της μηνιαίας -υψηλότερης- δόσης. Εκτός από τις δόσεις, τις προσαυξήσεις και το επιτόκιο, όσοι επιλέξουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους θα πρέπει να έχουν επίσης υπόψη ότι μία από τις βασικές προϋποθέσεις για να διατηρήσουν τη ρύθμιση είναι να τελούν φορολογικά ενήμεροι στη διάρκειά της.
Επίσης, ακόμα και εντός ρύθμισης, οι συμψηφισμοί με επιστροφές φόρων θα συνεχιστούν. Οι συμψηφισμοί θα γίνονται αυτόματα αλλά στο τμήμα που αφορά το 1/7 του ποσού της ρυθμισμένης οφειλής που απομένει για εξόφληση. Αν δεν καταβληθεί μία δόση στην ώρα της, ο φορολογούμενος χάνει τη ρύθμιση και είναι αυτόματα εκτεθειμένος σε κατασχέσεις περιουσιακών του στοιχείων. Το πιο σημαντικό είναι να μη χαθεί κάποια από τις πρώτες έξι δόσεις.
Μετά το εξάμηνο, ο φορολογούμενος δεν χάνει τη ρύθμιση αν δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο δόσεις ανά έτος ή δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση ανά έτος για διάστημα έως δύο μήνες. Σε αυτές τις περιπτώσεις τρέχει έξτρα μηνιαία προσαύξηση 2%.
Πάντως, αν κάποιος φορολογούμενος χάσει τη ρύθμιση για λόγους ανωτέρας βίας, μπορεί να εξηγήσει τους λόγους αυτούς στον προϊστάμενο της Εφορίας του και να ξαναμπεί -μόνο για μία φορά- στη ρύθμιση σε διάστημα δύο μηνών.